Υποψήφιοι Διδάκτορες: Το μετέωρο βήμα του πελαργού, ή η ατμομηχανή της έρευνας;

Για όσες και όσους από εμάς κάνουμε διδακτορικό, είναι κοινός τόπος πως η δημιουργικότητα και η χαρά της ανακάλυψης δεν αργεί να δώσει τη θέση της σε μια ψυχοφθόρα αβεβαιότητα [1]. Κάτι τέτοιο φυσικά είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη σχεδόν πάντα απροσδιόριστη εργασιακή προοπτική, καθώς και με μία σωρεία ζητημάτων σχετιζόμενων με την εργασιακή καθημερινότητα και το φόρτο εργασίας [2]. Τέτοια ζητήματα είναι συχνά ακόμα πιο έντονα στην ελληνική πραγματικότητα, για μία σειρά από λόγους, οφειλόμενους στην ανάπτυξη έρευνας σε μία χώρα της οποίας η παραγωγική βάση έχει “μετακομίσει” στο εξωτερικό, αλλά και σε τοπικές ιδιαιτερότητες (όπως επί παραδείγματι τα “απλήρωτα διδακτορικά”). Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να βάλουμε σε σειρά πρώτα απ’ όλα ποιοι προκύπτει πως είμαστε και πού τοποθετούμαστε πραγματικά στον κόσμο που ζούμε.

Μύθος:

Τι νόημα έχει μια τέτοια κουβέντα; Όλοι ξέρουμε πως δουλεύεις σκληρά κατά την εκπόνηση του διδακτορικού για να ανταμειφθείς με μια επιστημονική καριέρα μετά.”

Πραγματικότητα:

Εάν επικεντρώσουμε την προσοχή μας στα πρόσφατα μόνο χρόνια και ρωτήσουμε τις γενιές των 20, 30, 40 και 50 χρονών για το τι σημαίνει ένα διδακτορικό και ποια η θέση του στην κοινωνία, θα πάρουμε τέσσερα πολύ διαφορετικά φάσματα απαντήσεων. Αν μάλιστα εστιάσουμε στις ειδικές κατηγορίες ερευνητ(ρι)ών από τους οποίους εξαρτόμαστε (πανεπιστημιακό καθηγητικό προσωπικό, επιστημονικοί υπεύθυνοι εργαστηρίων κ.ο.κ., θα βρούμε παραινέσεις, νοοτροπίες και νοσταλγία που χρονολογούνται από την εποχή του Ερασμιακού πανεπιστημίου. Όσο καλή παστερίωση και να έχει μια ιδεολογική θέση, χρήζει επανεξέτασης, πολλώ δε μάλλον μετά από μερικούς αιώνες.

Μύθος:

Η εκπόνηση διδακτορικού είναι μια περίοδος μαθητείας και δεν αποτελεί καθ’ εαυτό παραγωγή έρευνας.”

Πραγματικότητα:

Είναι αλήθεια πως κατά τη διάρκεια του διδακτορικού μαθαίνουμε αρκετά πράγματα και εμβαθύνουμε στο επιστημονικό μας αντικείμενο. Από την άλλη, κατά τη διάρκεια αυτής της μάθησης παράγουμε ερευνητικά αποτελέσματα, πολλές φορές ακόμη και άμεσα αξιοποιήσιμα. Οι ερευνητικές εργασίες που δημοσιεύουμε στα πλαίσια της διδακτορικής μας διατριβής είναι παραγωγή νέας γνώσης και ως τέτοια αξιολογείται και δημοσιεύεται σε επιστημονικά περιοδικά. Όλες και όλοι ξέρουμε πως τη σκληρή δουλειά σε αυτές τις εργασίες την κάνουμε εμείς και όχι όσες και όσοι καθοδηγούν τη δουλειά μας! [4]

Μύθος:

Η παραγωγή γνώσης από μόνη της δεν αποτελεί εργασία, ούτε τυπικά ούτε κεκαλυμμένα.”

Πραγματικότητα:

Ένα πρώτο σημαντικό κριτήριο για το αν κάτι αποτελεί (έστω κεκαλυμμένα) εργασία είναι το αν η δουλειά αυτή γίνεται με μέσα τα οποία παρέχει και ελέγχει ο επιβλέπων με την ευρεία έννοια, αντί για μέσα της ίδιας της εργαζόμενης. Σε αυτή τη φράση όλες και όλοι μπορούμε να αναγνωρίσουμε την πρόσβαση σε βιβλιοθήκες, εργαστήρια, εξοπλισμό, συνέδρια κ.ο.κ. τα οποία περνούν μέσα από τους επιβλέποντες και τα ιδρύματα στα οποία υπαγόμαστε. Το δεύτερο κριτήριο είναι αν το αποτέλεσμα μπαίνει στη διαδικασία της παραγωγής, αντί να “κάθεται απλά σε ένα ράφι”. Η εύκολη απάντηση είναι πως η έρευνα είναι πλέον σημαντικός όρος της σημερινής παραγωγής, κατάσταση που φαίνεται πιο ξεκάθαρα στη φαρμακευτική βιομηχανία [3]. Η πιο δύσκολη και ενδιαφέρουσα όμως αποτελεί το κέντρο του επόμενου “μύθου”.

Μύθος:

Οι διατριβές έχουν ως κύριο χαρακτήρα την προσφορά στην επιστήμη, καθώς λίγες καταλήγουν σε πατέντες ή σε spin-off εταιρείες. Είναι τραβηγμένο το να πει κανείς πως αποτελούν έργο που μπαίνει συστηματικά στον κύκλο της παραγωγής.”

Πραγματικότητα:

Κανείς δε μπορεί να αρνηθεί πως η εξέλιξη της επιστήμης και η έρευνα (η οποία αποτελεί όρο της σύγχρονης παραγωγής) βασίζεται και στην παραγωγή νέας γνώσης που γίνεται μέσα από τις διδακτορικές διατριβές, ακόμα και αν αυτές δεν είναι τυπικά μέρος κάποιου πολύ συγκεκριμένου project που “ήδη έτρεχε” (όπως είναι ο κανόνας). Πιο άμεσα όμως, η παραγωγή άρθρων, αλλά και των ίδιων των διατριβών από τους νέους ερευνητές, αποτελούν μία από τις σημαντικές μετρικές στην αξιολόγηση ομάδων, εργαστηρίων και ερευνητικών ιδρυμάτων. Με αυτούς τους δύο τρόπους, ακόμα και η έρευνα στα πλαίσια δημόσιων ιδρυμάτων εκτός project, μετατρέπει δημόσιους πόρους και (απλήρωτες) εργατοώρες σε γνώσεις και τεχνικές που τροφοδοτούν την ιδιωτική παραγωγή, επιτρέποντάς της να αποφύγει μεγάλο μέρος του κόστους της βασικής έρευνας. Τέλος, οι περισσότερες πλατφόρμες χρηματοδοτούμενων προγραμμάτων απαιτούν την εμπλοκή ιδιωτικών επιχειρήσεων, οι οποίες άμεσα ιδιοποιούνται τη δημόσια έρευνα.

Μύθος:

Καλά όλα αυτά, αλλά ισχύουν μόνο για τις θετικές επιστήμες.”

Πραγματικότητα:

Η μεγάλη διαφορά μεταξύ θετικών και θεωρητικών επιστημών στα πλαίσια που κινείται αυτή η συζήτηση βρίσκεται στον όγκο χρημάτων που κατευθύνονται στις ανάγκες έρευνας κάθε τομέα. Όπου οι θεωρητικές επιστήμες προσεγγίζουν τις ανάγκες της αγοράς, όπως γίνεται επί παραδείγματι στους κλάδους της διαφήμισης, της διοίκησης επιχειρήσεων, των οικονομικών κ.ο.κ., όλες οι διαφορές εξαφανίζονται και η αξιοποίηση της έρευνάς μας γίνεται με τον πιο άμεσο τρόπο [5]. Εν κατακλείδι, θεωρούμε πως ο θετικός-θεωρητικός διαχωρισμός των ερευνητών είναι πολύ ρηχότερος από όσα μας ενώνουν, είτε βρισκόμαστε στο επίκεντρο της “αγοράς” είτε όχι.

Μύθος:

Ακόμα και αν ισχύουν τα παραπάνω ως υπόθεση εργασίας, ένα καθεστώς με συλλογικές συμβάσεις εργασίας θα ήταν πολύ περιοριστικό σε σχέση με το τωρινό, όπου οι μπορεί κανείς να εργαστεί σε πολλά ερευνητικά προγράμματα χάρη στο “μπλοκάκι”.”

Πραγματικότητα:

Το παρόν καθεστώς άτυπης ή/και “αυτοαπασχολούμενης” εργασίας είναι το θεμέλιο πάνω στο οποίο στηρίζεται η συνεχής παροχή απλήρωτης εργασία ελέω ελπίδας για συμμετοχή σε κάποιο πρόγραμμα κάποτε, η χρήση της οικονομικής εξάρτησης από τον καθηγητή για τη μετατροπή των Υ.Δ. σε άτυπο “υπηρετικό προσωπικό” και ακόμα και η υποβάθμιση της επιστημονικής μας προσφοράς στις δημοσιεύσεις στις οποίες συμμετέχουμε. Η ισχύς υφίσταται μόνο εν τη ενώσει. Αντίθετα, οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας με αξιοπρεπής μισθούς θα διασφάλιζαν σε όλους και όλες τις ΥΔ τη δυνατότητα να πληρώνονται για την ερευνητική τους δουλειά, να μην αναλώνονται σε δεκάδες project άσχετα με το διδακτορικό τους και φυσικά, να μη χρειάζεται να ετεροαπασχολούνται!

Μύθος:

Είναι τόσο πολλές και διαφορετικές οι κατηγορίες εργαζομένων στην έρευνα, που η συγκρότηση σωματείου είναι όνειρο θερινής νυκτός.”

Πραγματικότητα:

Είναι αλήθεια πως εάν μαζέψεις εκατό εργαζόμενους και εργαζόμενες στην έρευνα θα βρεις 90 διαφορετικές σχέσεις εργασίας! Παρόλα αυτά έχουμε και κάτι κοινό: τη θέση μας στην παραγωγή ερευνητικής εργασίας! Αυτό που μας λείπει είναι ένα μέσο που να μας εκφράζει συλλογικά. Ένα σωματείο για όλες και όλους εμάς που εργαζόμαστε στην έρευνα ανεξάρτητα από το εάν έχουμε σύμβαση έργου ή εργασίας, ανεξάρτητα από το αν είμαστε απλήρωτες ή ανασφάλιστοι με μόνο κριτήριο την de facto εργασία μας στον κλάδο. Ένα σωματείο που θα παλέψει (χωρίς τα αφεντικά μας: μέλη ΔΕΠ, ερευνητές βαθμίδας και κάθε λογής διαχειριστές των project που αποφασίζουν εάν την επόμενη μέρα θα βρεθούμε χωρίς χρήματα ή ακόμα και χωρίς διατριβή) για υπογραφή συλλογικής σύμβασης εργασίας που να θέτει αξιοπρεπή κάτω όρια σε μισθούς, συνθήκες εργασίας και εργασιακή εξασφάλιση, καλύπτοντας όλες και όλους τους εργαζόμενες στην έρευνα.

Συμπερασματικά λοιπόν,

Όλες και όλοι εμείς που εκπονούμε τη διδακτορική μας διατριβή, παράλληλα με την διεύρυνση των γνώσεών μας και την προσφορά μας στην επιστήμη, παράγουμε ερευνητική εργασία, είτε άμεσα αξιοποιήσιμη από την αγορά, είτε ως “πρώτη ύλη” για το πανεπιστήμιο ή ερευνητικό κέντρο στο οποίο δουλεύουμε, για τη βελτίωση της θέσεις του στα rankings, προσέλκυση χρηματοδότησης κ.α. Παράλληλα, η εργασία μας αυτή, είναι απόλυτα εξαρτημένη από τους εργοδότες μας (πρόσβαση σε βιβλιοθήκες, εξοπλισμό, αντιδραστήρια) και δεν υπάρχει κανένα “δίκαιο” που να μας προστατεύει από ενδεχόμενη αυθαιρεσία τους, όπως ενδεικτικά το να βρεθούμε ξαφνικά χωρίς διατριβή ή εκδικητικά να μη μας αφήνουν να δημοσιεύσουμε. Τέλος, γι’ αυτή μας την εργασία, είτε δεν πληρωνόμαστε καθόλου, είτε πληρωνόμαστε για παράλληλες δουλειές διαφορετικές από τη διατριβή μας, είτε ετεροαπασχολούμαστε ή ακόμη πληρωνόμαστε για το διδακτορικό μας ανασφάλιστα μέσω κάποιας υποτροφίας! Θεωρούμε λοιπόν πως έχουμε ανάγκη για ένα μέσο που να μας εκφράζει συλλογικά, που να μας δίνει τη δυνατότητα να παλέψουμε για αιτήματα που σε κάποιους φαντάζουν αυτονόητα.

  • Θέλουμε να μην δουλεύουμε απλήρωτες, κανείς μας να μην είναι ανασφάλιστος!

  • Κανένας εργαζόμενος στην έρευνα να μην αναγκάζεται να ετεροαπασχολείται εντός ή εκτός των ερευνητικών δομών.

  • Είμαστε εργαζόμενοι και απαιτούμε ασφάλιση και δικαιώματα! Όχι στο καθεστώς ομηρίας χωρίς ωράριο, να μπει ένα τέρμα στις ανασφάλιστες υποτροφίες!

  • Συλλογικές συμβάσεις για όλες και όλους μας, αορίστου χρόνου, μέχρι την ολοκλήρωση της διδακτορική μας διατριβής.

  • Τέλος, οραματιζόμαστε μια έρευνα διαφορετική, που δεν θα προσαρμόζεται κάθε φορά στα τρέχοντα προγράμματα χρηματοδότησης, δεν θα αλλάζει για να είναι αρεστή στην αγορά. Θέλουμε έρευνα που να εξυπηρετεί την κοινωνία, τις ανάγκες όλων μας, έρευνα που θα βελτιώνει τον κόσμο γύρω μας και τις ζωές μας!

Για όλα αυτά, παλεύουμε για τη συγκρότηση Πανελλαδικού Κλαδικού Σωματείου Εργαζόμενων στην Έρευνα με βασικούς στόχους τη διεκδίκηση αξιοπρεπών όρων, συνθηκών και αμοιβών εργασίας που θα κατοχυρώνονται από μια συλλογική σύμβαση εργασίας και την ενεργή συμμετοχή στη διαμόρφωση του πλαισίου διεξαγωγής της έρευνας με βάση τις κοινωνικές ανάγκες.

Για τη συγκρότηση του Σωματείου έχει συσταθεί σχετική πρωτοβουλία. Η σελίδα της στο Facebook είναι η εξής: Πρωτοβουλία για τη συγκρότηση Κλαδικού Σωματείου Εργαζομένων στην Έρευνα.

[1] https://www.nature.com/articles/d41586-019-03489-1

[2] https://www.nature.com/articles/d41586-019-03459-7

[3] https://www.researchgate.net/publication/7254894_Estimating_the_Cost_of_New_Drug_Development_Is_It_Really_802_Million

[4] https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC2564492/

[5] https://www.mba.aueb.gr/index.php/xorigies-epixeiriseon