Το τελευταίο διάστημα έχει σφραγιστεί από την όξυνση της καταστολής, την αξιολόγηση και τον περιορισμό των ελευθεριών εντός των εκπαιδευτικών και ερευνητικών δομών, με την παιδεία και την τριτοβάθμια εκπαίδευση να έχουν μπει στο στόχαστρο της κυβέρνησης και της πολιτικής του Υπουργείου. Το Πανελλαδικό Σωματείο Εργαζομένων στην Έρευνα και την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση (ΣΕΡΕΤΕ) έχει αναδείξει όλα τα σχετικά ζητήματα. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα εξής:
- αστυνομικές επεμβάσεις σε πανεπιστημιακούς χώρους για την καταστολή κινητοποιήσεων και πολιτικών δράσεων, όπως για παράδειγμα στο ιστορικό Κάτω Πολυτεχνείο (Βραδιά του Ερευνητή – μετά την οποία ο πρύτανης κατέθεσε μήνυση έναντι μέλος του ΔΣ του Σωματείου μας) και στην Πολυτεχνειούπολη του ΕΜΠ, αλλά και στην κατειλημμένη Πρυτανεία του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ).
- τη στοχοποίηση και δίωξη μέλους του ΣΕΡΕΤΕ με την κλήση συναδέλφου σε Προκαταρκτική Εξέταση και στην Επιτροπή Δεοντολογίας κατ’ εντολής του πρύτανη του ιδρύματος, σε αμφιβόλου νομιμότητας διαδικασίες που συνδέουν γεγονότα εντελώς άσχετα και με μεγάλη χρονική απόσταση μεταξύ τους. Πρόκειται για τη συνέχεια του κύκλου διώξεων σε φοιτητές και εργαζόμενους από τις διοικήσεις των ΑΕΙ που αναλαμβάνουν εκδικητικές ενέργειες, π.χ. νέες πειθαρχικές διαδικασίες ή και απολύσεις, για την πολιτική/συνδικαλιστική τους δράση.
- την εκδικητική απόλυση του συναδέλφου διοικητικού υπαλλήλου Δ. Αντωνίου από το ΕΚΠΑ για τη συμμετοχή του σε κινητοποιήσεις ενάντια στα ιδιωτικά πανεπιστήμια.
- τη συκοφαντική δυσφήμιση συναδέλφου-μέλους του ΣΕΡΕΤΕ κατά τη διάρκεια παρέμβασης στον χώρο του ΕΜΠ, ο οποίος λοιδορήθηκε από τα ΜΜΕ παρότι ο ίδιος θύμα φυσικής επίθεσης.
- το νέο πειθαρχικό δίκαιο στα πανεπιστήμια και οι εσωτερικοί κανονισμοί των τμημάτων, που παρουσιάζονται ως εργαλείο «τάξης και ασφάλειας», αλλά χρησιμοποιούνται κατά κόρων για εκδικητικές ή κατασταλτικές ενέργειες.
Το νέο πειθαρχικό σύστημα στα πανεπιστήμια, οι εσωτερικοί κανονισμοί των τμημάτων και η εφαρμογή της αυστηροποιημένης νομοθεσίας παρουσιάζονται δήθεν ως μέσο τήρησης της «τάξης και ασφάλειας», αλλά και της διασφάλισης της ποιότητας της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Όμως, στην Ελλάδα του 2025, το πρόβλημα της ασφάλειας και της εγκληματικότητας δεν αφορά τους πανεπιστημιακούς χώρους, αλλά το μπάζωμα σκηνών εγκλήματος και τη συστηματική συγκάλυψη εγκλημάτων από την πολιτική και δικαστική εξουσία (Τέμπη), τις ανεξιχνίαστες δολοφονίες δημοσιογράφων που ενοχλούν (Καραϊβάζ), τα διαπλεκόμενα κυκλώματα που έχουν σχέση με την πολιτική εξουσία (Μαφία της Κρήτης), την διασπάθιση δημοσίου χρήματος με διαβλητές έως και καθόλα παράνομες διαδικασίες (Trust your Stars, ΟΠΕΚΕΠΕ) και τις μαφιόζικες εκτελέσεις που έχουν γίνει μηνιαίο δρώμενο που περιφέρεται στην πόλη (Καλλιθέα, Χαλάνδρι, Αγ. Παρασκευή, Βύρωνα, Νέα Σμύρνη, Πετράλωνα). Η κοινωνία βοά για δικαιοσύνη αλλά ο λόγος δεν είναι οι αφισοκολλητές στα πανεπιστήμια.
Στην πραγματικότητα όλα αυτά δεν είναι τίποτα άλλο πέρα από εργαλείο που αξιοποιούν το Υπουργείο και οι διοικήσεις των πανεπιστημίων για διαδικασίες που συνδέονται με πολιτική και συνδικαλιστική δράση. Πρόκειται για εκδικητικές ή κατασταλτικές ενέργειες με μοναδικό στόχο τον περιορισμό της κριτικής και της συλλογικής δράσης και αποτελεί αλληλένδετο κρίκο που ξεκίνησε με την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου. Η κατάργηση του ασύλου, τόσο στο νομοθετικό πλαίσιο όσο και στην πράξη στοχεύει στη φίμωση της πανεπιστημιακής κοινότητας, την αποστείρωση του πανεπιστημίου, την αποτροπή πολιτικών συζητήσεων και δράσεων, πολιτιστικών γεγονότων και συνολικά τη κατάργηση του κοινωνικού ρόλου του πανεπιστημίου μέσω της νομοθετικής κατοχύρωσης της συνεχούς παρουσίας της αστυνομίας στα πανεπιστήμια.
Στόχος, συνεπώς, είναι η σιωπή και η πειθάρχηση, σε πλήρη αντιστοιχία με ότι συμβαίνει με τη βιομηχανία διώξεων του Υπουργείου Παιδείας σε χιλιάδες εκπαιδευτικούς της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που εναντιώνονται στα κακώς κείμενα των διαλυμένων από την υποχρηματοδότηση σχολείων και την επικείμενη είσοδο της ιδιωτικής πρωτοβουλίας στο Νέο Σχολείο η οποία απειλεί τον δημόσιο χαρακτήρα του σχολείου. Τα νέα ΑΕΙ που οραματίζονται είναι πανεπιστήμια-super-market, πλήρως υποχρηματοδοτημένα και έρμαια της ιδιωτικής χρηματοδότησης, τις επιχειρήσεις και τις ερευνητικές τους ανάγκες και επί πληρωμή για τους φοιτητές που έχουν να πληρώσουν. Πανεπιστήμια, στα οποία η έρευνα με στόχο της κοινωνικές ανάγκες δε βρίσκει χώρο και χρηματοδότηση, αφού προτεραιότητα έχουν οι επιταγές των επενδυτών.
Όμως, τα όσα βιώνουμε δεν αποτελούν κάποια ελληνική ιδιαιτερότητα, αλλά χαρακτηριστικό της σήψης του σύγχρονου καπιταλισμού που προετοιμάζεται ολοταχώς για πόλεμο. Στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, ακαδημαϊκοί που εκφράζονται υπέρ της Παλαιστίνης διώκονται, χάνουν θέσεις ή εξαναγκάζονται σε σιωπή. Μόνο τους τελευταίους μήνες, εκατοντάδες ακαδημαϊκοί και φοιτητές διώχθηκαν επειδή υπερασπίστηκαν δημόσια τον παλαιστινιακό λαό: απολύσεις καθηγητών, ακύρωση σεμιναρίων, ποινικές διώξεις, αποκλεισμοί φοιτητικών οργανώσεων αποκαλύπτουν ότι η “ακαδημαϊκή ελευθερία” δεν ισχύει όταν κάποιος συγκρούεται με τον κυρίαρχο λόγο. Οι κυβερνήσεις μπορεί να κάνουν ευθεία επίθεση σε ιδρύματα (Harvard) για αμιγώς πολιτικούς λόγους. Ταυτόχρονα, τα ίδια πανεπιστήμια που σήμερα συνεργάζονται στενά με Ισραηλινά Ιδρύματα (τα οποία συχνά έχουν και άμεση εμπλοκή στο ανεπανάληπτο έγκλημα απέναντι στην ανθρωπότητα που συντελείται) παρά την γενοκτονία στην Παλαιστίνη, ήταν αυτά τα οποία διαγωνίζονταν σε ένα κυνήγι μαγισσών Ρώσσων ακαδημαϊκών και φοιτητών δαιμονοποιώντας τους μετά την Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία στο όνομα της Ειρήνης. Αποδεικνύεται έτσι περίτρανα η παντελής απουσία αρχών και εργαλειακή χρήση της ηθικής από την εξουσία και τον κόσμο του κεφαλαίου.
Η σημερινή κατάσταση θυμίζει σκοτεινές περιόδους: από την ανελευθερία της χούντας στην Ελλάδα, μέχρι την Αμερική του μακαρθισμού όπου καθηγητές εκδιώχθηκαν από τα πανεπιστήμια για τις πολιτικές τους πεποιθήσεις. Δυστυχώς επανέρχεται το ίδιο μοτίβο: όποιος/α αντιστέκεται, φιμώνεται· όποιος/α σιωπά, “επιβραβεύεται” με παραμονή στο επισφαλές σύστημα. Η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι οι περίοδοι έντονης κοινωνικής αμφισβήτησης αντιμετωπίζονται με τον ίδιο μηχανισμό: καταστολή, λογοκρισία, εκφοβισμό. Ιστορικά, όμως την σιωπή που επιχειρούσε να επιβάλει η Χούντα την έσπασε πρώτη η ακαδημαϊκή κοινότητα παρά τις έντονες προσπάθειες καταστολής. Η υπεράσπιση της ελευθερίας, η υπεράσπιση της δημοκρατίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας αποτελεί κομβικό στοιχείο της επιστημονικής κοινότητας, το οποίο δε θα μπορέσει ποτέ η εξουσία να απονεκρώσει.
Όπως πάντα, έτσι και σήμερα, η απάντηση θα δοθεί συλλογικά: με αγώνα, οργάνωση και επιμονή στη διεκδίκηση ελευθερίας και δικαιοσύνης.
